καλοκυρά

καλοκυρά
η
νεράιδα: Πολλοί διηγούνται πως είδαν καλοκυράδες.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • καλοκυρά — η συν. στον πληθ. οι καλοκυράδες 1) οι ευμενείς Μοίρες, οι αγαθές δυνάμεις, κν. νεράιδες 2) αρχόντισσες …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”